Cover

Ψαροτουφεκο

Είδη Βυθού & Τρόποι Ψαρέματος – Πλάκες: Πραγματικές Οάσεις Ψαριών

Σκηνή 1η: Μέρες τώρα περίμενα ο καιρός να γυρίσει γραίγος και μάλιστα να έχει ένταση 4-5 μποφόρ. Ο ιδανικός καιρός για ψαρέματα στις πλάκες του νησιού. Παρόλο που το μέρος είναι νότιο και θα περίμενε κανείς ότι ένας καιρός βορεινός δε θα το επηρεάζει καθόλου, εντούτοις ο γραίγος έχει την ικανότητα να το γυρίζει στρίμα και να έρχεται από τη μεριά του νοτιά σηκώνοντας ένα ελαφρύ κυματάκι. Είναι ο καιρός που ωθεί τα ψάρια να συνωστίζονται στην κυριολεξία κάτω από τις πλάκες. Γιατί είναι κάτι που παραμένει μυστήριο παρόλες τις εξηγήσεις που μπορούμε να δώσουμε. Με άλλους καιρούς τα ψάρια είναι ελάχιστα ως και ανύπαρκτα.

Έχοντας στο χέρι το 75άρι όπλο με τα μαλακά λάστιχα και τη λεπτή ταϊτινή βέργα κατευθύνομαι προς το συγκεκριμένο μέρος το οποίο κι έχω μάθει αρκετά καλά. Οι συχνές επισκέψεις μου εκεί και με συνθήκες όχι πάντα ιδανικές με έχουν κάνει να μπορώ να το βρίσκω και με αρκετά θολά νερά.

Περνώντας τη ρηχή και βραχώδη αποχή κατευθύνομαι προς τις μεγάλες φυκιάδες. Εκεί μετά από καμιά τριανταριά μέτρα κάνει ένα άνοιγμα όλο άμμο όπου στο τελείωμα του και προτού ξεκινήσουν ξανά οι φυκιάδες στέκονται ριγμένες πάνω στην αμμούδα καμιά δεκαριά μεγάλες πλάκες. Η είσοδός τους, δηλαδή το άνοιγμα τους, είναι προς το μέρος της ακτής, ενώ η άλλη μεριά προς τα βαθιά είναι χωμένη μέσα στην άμμο. Με το που τις βλέπεις νομίζεις ότι παντού έχουν εισόδους μα καθώς κατεβαίνεις διαπιστώνεις ότι οι καλές είναι ελάχιστες. Μετά από εξονυχιστικό ψάξιμο έχω καταφέρει να βρω δυο καλές εισόδους όπου καταφέρνεις να δεις αρκετά στο εσωτερικό των πλακών και να πάρεις ψάρια. Κολυμπώντας πάνω από τη μια είσοδο διακρίνεις το κοπάδι με τους σηκιούς να μπαινοβγαίνουν σε αυτή. Αυτό είναι καλό σημάδι. Οι πλάκες πρέπει να είναι γεμάτες.

Ποντίζεις πολύ προσεκτικά εκεί κοντά το μολύβι της σημαδούρας φροντίζοντας το κυματάκι να σου φέρει τη σημαδούρα πάνω από τις εισόδους όπου και θα επιχειρήσεις τις βουτιές.

Έχοντας τα μάτια σου πάντα στραμμένα στα ψάρια που μπαινοβγαίνουν κάτω από την ένωση που κάνουν δύο πλάκες κατεβαίνεις με το όπλο στραμμένο προς τα εκεί. Θέλεις να πάρεις αν είναι δυνατό κάποιο ψάρι απέξω που δε σε δυσκολεύει αυτό καθόλου. Δεν έχεις προλάβει να ακουμπήσεις στο βυθό όταν έχεις βάλει στο στόχαστρο δυο μεγάλα ψάρια μαζί. Πατάς τη σκανδάλη και πριν προλάβουν να αντιδράσουν έχουν περαστεί στη βέργα σου ενώ εσύ ήδη ανεβαίνεις προς τα πάνω. Τα κρεμάς στην ψαροκρεμάστρα της σημαδούρας, οπλίζεις και ξαναβουτάς στο ίδιο ακριβώς σημείο. Τώρα τα ψάρια δεν είναι απέξω αλλά ξέρεις που ακριβώς να τα αναζητήσεις. Χώνεις όλο το όπλο σου κάτω από τη σχισμή που σχηματίζουν οι πλάκες και κατευθύνεσαι προς το αριστερά. Έχεις χωθεί περίπου ο μισός όταν στέκεσαι ακίνητος αφενός για να συνηθίσουν τα μάτια σου, αφετέρου για να μπορείς να ελέγξεις το εσωτερικό.

Τα ψάρια βρίσκονται εκεί μπροστά σου σε απόσταση ελάχιστων εκατοστών από την άκρη του όπλου. Σημαδεύεις ένα μεγάλο σηκιό και μόλις αυτός βρίσκεται ακριβώς μπροστά από έναν άλλο πατάς τη σκανδάλη.

Η βολή είναι σίγουρη. Όμως δεν αφήνεις τη βέργα με τα ψάρια να σπαρταράνε, αλλά τη φέρνεις κοντά σου, αρπάζεις τα ψάρια με τα χέρια σου και προσεκτικά χωρίς να σηκώσεις θολούρα παίρνεις το δρόμο της ανόδου έχοντας στην αγκαλιά σου όχι τα δύο ψάρια που σημάδευες αλλά και ένα ακόμα μαζί.

Η τρίτη βουτιά δε γίνεται σε αυτή την είσοδο αλλά στη διπλανή της. Αφήνεις κάποια περιθώρια στην πρώτη είσοδο να ξεκαθαρίσει πλήρως. Όσο προσεκτικός κι αν είσαι όλο και κάποια θολουρίτσα θα έχει σηκωθεί από το χτύπημα των ψαριών.

Και σε αυτή την είσοδο το θέαμα είναι παρόμοιο. Ψάρια αρκετά συνωστίζονται στο εσωτερικό έτσι ώστε να πρέπει να σημαδεύεις σωστά αν θέλεις το ψάρι που θα χτυπήσεις και να το πάρεις αλλά και να μην τρομάξει τα υπόλοιπα. Ένας σηκιός κοντά στα δύο κιλά έχει την τιμητική του ενώ ένας άλλος μεγαλύτερος τη γλίτωσε στο τσακ, αφού πρόλαβε και μετακινήθηκε ελάχιστα προς τα δεξιά.

Ακολουθούν κι άλλες καμιά δεκαριά βουτιές εναλλάξ στις δύο εισόδους. Όλες έχουν ψάρι ή ψάρια και μάλιστα αξιόλογα. Κάπου εκεί μπαίνει «κράττει». Τα ψάρια που βγήκαν είναι ικανοποιητικά. Πρέπει να μείνουν και κάποια για τις επόμενες φορές. Σηκώνω το βαρίδι της σημαδούρας και κατευθύνομαι κολυμπώντας προς την ακτή σέρνοντας πίσω μου ένα μεγάλο καφέ ασημί τσαμπί ψαριών.

Σκηνή 2η: Χειμώνας. Το μικρό βαρκάκι σταμάτησε πάνω από το συγκεκριμένο σημείο. Ο ένας ντυμένος έπεσε στο νερό, ενώ ο άλλος παρακολουθούσε από πάνω με τη βοήθεια των κουπιών. Δυο τρεις αναγνωριστικές βουτιές για να βρεθεί το σημείο και ύστερα χαλάρωση στην επιφάνεια. Ακολουθεί βουτιά, βολή και ένας μεγάλος σαργός σπαρταράει σε λίγο πάνω στο σκάφος. Δεύτερη βουτιά και δεύτερος σαργός έρχεται σε λίγο να κάνει παρέα στον πρώτο. Μια τρίτη βουτιά, ένας τρίτος σαργός κι ανέβασμα του ψαροκυνηγού στο σκάφος. Το μικρό βαρκάκι ξεκινά και σταματά γύρω στο μισό μίλι πιο κάτω. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται το ίδιο.

Αναγνωριστικές βουτιές, αναγνώριση του γνωστού από άλλες φορές σημείο, βουτιά στη συγκεκριμένη πλάκα, βολή και ψάρι  περασμένο στη βέργα όπου δίνεται στο βαρκάρη να το ξεψαρίσει. Μια άλλη βουτιά, ένα άλλο ψάρι, ανέβασμα στο σκάφος και ξεκίνημα της βάρκας για καμιά εκατοστή μέτρα πιο πέρα για την εξερεύνηση κάποιου άλλου γνωστού σημείου.

Σκηνή 3η: Άνοιξη. Ο καιρός κάλμα μα το κρύο αρκετά τσουχτερό. Συνθήκες που πολλές φορές κρύβουν εκπλήξεις. Το ψάρεμα αρκετά μακρινό με αμάξι αλλά σύντομο σε διάρκεια. Το μέρος που θα βουτούσαμε γνωστό και τα σημεία που θα κοιτούσαμε λίγα, το οποία και κατονομάζαμε κατά τη διάρκεια της διαδρομής του αυτοκινήτου για να δούμε τι πορεία θα ακολουθήσουμε.

Το φόρεμα της στολής ίσως να ήταν λίγο επίπονο αλλά με το που μπήκαμε στο νερό αμέσως ξεχάστηκε. Κάποια κίνηση από μικρά σαργουδάκια έξω έξω εκεί που βουτήξαμε ήταν κάποιο ενθαρρυντικό μήνυμα.

Το πρώτο μέρος που θα επισκεπτόμαστε ήταν κάτι πλάκες με σηκιούς. Ήταν ένα μέρος όπου πάντα παίρναμε δυο τρεις σηκιούς. Όχι ότι δεν είχε άλλους αλλά χανόντουσαν μετά από κάποιες βολές αρκετά μέσα που δύσκολα μπορούσες στη συνέχεια να τους χτυπήσεις.

Η πρώτη βουτιά στο συγκεκριμένο σημείο δεν έδειξε κάτι. Το ίδιο και η δεύτερη. Αυτό μου κίνησε πολύ την περιέργεια. Ήταν η μοναδική φορά που δεν έβλεπα σηκιό στις πλάκες.

Ξανακατέβηκα μια τρίτη φορά κοιτώντας πολύ προσεκτικά ανάμεσα στις σχισμές που σχημάτιζαν οι πλάκες. Ξαφνικά το μάτι μου κάτι έπιασε στο βάθος και προς τα δεξιά. Έβλεπα την κοιλιά ενός ψαριού αρκετά καλού χωρίς όμως να μπορώ να διακρίνω τι ήταν. Γυάλιζε, σημάδι ότι δεν ήταν μαυρόψαρο. Έμοιαζε πιο πολύ με μεγάλη τσιπούρα ή σκαθάρι αλλά τι ακριβώς δε θα το έλεγα με σιγουριά. Πάντως, ότι και να ήταν καλό ήταν κι έπρεπε να χτυπηθεί. Έχοντας στρέψει το μακρύ ταϊτινό όπλο προς το μέρος του, σημαδεύω όσο μπορώ πιο ψηλά, για να μην το πάρω κοιλιά και σχιστεί και πατώ τη σκανδάλη. Αμέσως ένα σύννεφο σηκώθηκε από το βυθό ενώ η βέργα χτυπούσε δυνατά καθώς προσπαθούσα να την πιάσω με την άκρη του χεριού μου. Το ψάρι είχε σφηνωθεί και χρειαζόταν και δεύτερη, αλλά και τρίτη βουτιά για να βγει, στρίβοντας τη βέργα προς τα αριστερά. Στην τελευταία μάλιστα βουτιά όταν το ψάρι είχε ξεβραχώσει εντελώς και είχε βγει έξω από την πλάκα διακρίναμε έκπληκτοι μια μεγάλη συναγρίδα η οποία είχε τρυπώσει κάτω από τις πλάκες και γι’ αυτό είχαν τρομάξει οι σηκιοί.

Την κρεμάσαμε προσεκτικά στην ψαροκρεμάστρα της σημαδούρας χαρούμενοι γιατί το πρώτο μέρος που επισκεφτήκαμε μας έδωσε τέτοιο θήραμα και συνεχίσαμε ενθουσιασμένοι για το ψάξιμο και των άλλων επιλεγμένων σημείων.

Σκηνή 4η: Τα πεντακάθαρα καλοκαιρινά νερά και η έλλειψη ψαριών στα ρηχά σε ωθούν για αναζήτηση κάποιου σημείου λίγο πιο μακριά από τα συνηθισμένα και πολυψαρεμένα σε όλους σημεία. Έχεις περάσει την πρώτη αποχή κι έχεις ανοιχτεί λίγο κάνοντας συνεχώς μεσόνερες βουτιές για αναζήτηση κάποιου καλού σημείου.

Δυο σαργοί που κατευθύνονται προς τα ανοιχτά σε κινούν να τους παρακολουθήσεις να δεις πού θα πάνε. Χωρίς την παραμικρή φασαρία τους παίρνεις από πίσω και τους ακολουθείς αρκετά μέτρα σε μία τεθλασμένη κατεύθυνση. Για λίγο τους βλέπεις να κοντοστέκονται και στη συνέχεια να επιταχύνουν πηγαίνοντας ολόισια, χωρίς λοξοδρομήματα αυτή τη φορά σε κάποιο σημείο που μαυρίζει από μακριά, αλλά δε μπορείς να το διακρίνεις ακόμα.

Πλησιάζοντας κοντά η μαυρίλα ξεχωρίζει. Τρεις – τέσσερις πλάκες ριγμένες από το πουθενά στέκονται πάνω στην άμμο. Πλήθος μικρόψαρα μπαινοβγαίνει κάτω από αυτές ενώ τα ψάρια που κυνηγούσες έχουν πάει κι έχουν σταθεί ανάμεσα σε αυτές και με μια σχεδόν πλάγια κίνηση χώνονται κάτω από αυτές. Ξεχωρίζουν οι φιγούρες από δυο τρεις σηκιούς, ένα κοπάδι μελανουράκια και μια μαυρίλα από καλόγριες που κοιτούν επίμονα σε κάποιο σημείο της μίας πλάκας. Αυτό σου κινεί την περιέργεια. Είναι μια σκηνή γνώριμη που αν τυχόν είσαι τυχερός μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη.

Οπλίζεις το μακρύ ταϊτινό όπλο που κρατάς στα χέρια σου στη δεύτερη σκάλα και παίρνεις το δρόμο για το βυθό με το όπλο παρατεταμένο προς τα κάτω.

Δεν προλαβαίνεις να διανύσεις τη μισή απόσταση όταν η μουσούδα του ροφού ξεχωρίζει ανάμεσα στο άνοιγμα που κάνουν οι καλόγριες. Η άκρη της βέργας γυρίζει προς τα εκεί και προτού φτάσεις στο βυθό η βέργα φεύγει με το πάτημα της σκανδάλης και πάει και κατευθύνεται στη μουσούδα του μεγάλου ψαριού. Αυτό προτού προλάβει να καταλάβει τι έχει γίνει έχει βγει ήδη έξω από την πλάκα κι έχει αρχίσει να παίρνει το δρόμο της ανόδου, αφού έχεις αρχίσει να ανεβαίνεις προς τα πάνω. Μόνο τότε συνειδητοποιεί τι συμβαίνει και αρχίζει να τρέχει μία προς τα αριστερά και μία προς τα δεξιά, αλλά ήδη είναι πολύ αργά αφού δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο να τρυπώσει πουθενά.

Το ψάρεμα μη νομίζετε ότι τελειώνει. Οι πλάκες αυτές άγνωστες στους περισσότερους, αποτελούν μια όαση ψαριών αυτούς τους περίεργους καλοκαιρινούς μήνες που όλοι βουτούν στο νερό. Ένα ψαχτήρι προσεκτικό ακολουθεί με ικανοποιητικά αποτελέσματα, ενώ οι συντεταγμένες τους βαστιούνται για καλά στο αλιευτικό μας ημερολόγιο αφού η επίσκεψή τους κάποια άλλη φορά είναι σίγουρο ότι θα πραγματοποιηθεί.

Τέσσερις διαφορετικές σκηνές, σε διαφορετικές εποχές, με διαφορετικά ψάρια και σε διαφορετικά βάθη, με ένα κοινό χαρακτηριστικό όμως. Ο τόπος ψαρέματος κοινός. Ο βυθός ήταν στρωμένος με πλάκες.

Όταν λέμε πλάκες εννοούμε μεγάλες επίπεδες πέτρες ριγμένες στο βυθό. Μπορεί ο βυθός να είναι βραχώδης ή αμμώδης. Αυτό δεν παίζει και τόσο μεγάλο ρόλο. Αυτό που έχει σημασία είναι ο εσωτερικός χώρος κάτω από τις πλάκες που ανάλογα με το μέγεθος και το είδος τους αποτελεί ένα μικρό ή ένα μεγάλο καταφύγιο ψαριών. Η γνώση τέτοιων βυθών αποτελεί ατού στα χέρια οποιουδήποτε ψαροκυνηγού γνωρίζοντας ότι εκεί θα έχει με μεγάλη πιθανότητα μια ικανοποιητική ψαριά.

Όλοι όσοι κολυμπάμε μεγάλες αποστάσεις και κάνουμε πολύωρα ψαρέματα θα έχουμε συναντήσει παρόμοιους βυθούς. Μπορεί οι πλάκες να είναι έξω έξω εκεί που σκάει το κύμα, αλλά μπορεί να είναι κι αρκετά βαθιά, πολύ μακρύτερα από την αποχή. Όπου και να είναι πάντα θα συναντήσουμε κάποιο ή κάποια αξιόλογα ψάρια ικανά να μας ωθήσουν να επισκεφτούμε ξανά το ίδιο κομμάτι.

Υπάρχουν περιοχές πολυψαρεμένες που είτε δεν έχουν ψάρια ή που τα ψάρια σε έχουν μάθει και μόλις τα βλέπεις εξαφανίζονται χωρίς να ξέρεις προς τα πού. Κι όμως αυτές οι περιοχές έχουν κάπου τις δικές τους πλάκες που εκεί θα δεις μαζεμένα πολλά ψάρια. Τώρα αν καταφέρεις να πάρεις κάποιο από αυτά έχει να κάνει πιο πολύ με την τεχνική που θα εφαρμόσεις στο συγκεκριμένο σημείο.

Οι πλάκες πολλές φορές και συνήθως αυτές που βαστούν καλά ψάρια είναι αρκετά δύσκολες. Αν εξαιρέσεις κάποια ψάρια που μάλλον είναι περαστικά και βρίσκονται άκρη άκρη στις εισόδους τους τα υπόλοιπα που αποτελούν και τους μόνιμους κατοίκους είναι καλά προστατευμένα. Βρίσκονται αρκετά μέσα στο εσωτερικό των πλακών και σε τέτοιο σημείο που όχι μόνο το όπλο δε χωράει αλλά ούτε και μπορείς να τα δεις. Εκεί πρέπει να ξετυλίξεις όλες σου τις αλιευτικές ικανότητες και να εκμεταλλευτείς όλες τις δυνατότητες που σου παρέχει η περιοχή ώστε να καταφέρεις να πάρεις κάποια αξιόλογα κομμάτια.

Υπάρχουν όμως και πλάκες σε μέρη όχι γνωστά κι αρκετά μακριά από την πορεία των ψαροκυνηγών που τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εκεί τα ψάρια δε γνωρίζουν τι θα πει ψαροκυνηγός και τι ψαροτούφεκο και η συμπεριφορά τους είναι διαφορετική. Τέτοια κομμάτια που αποτελούν πραγματικές οάσεις ψαριών είναι πολύ δύσκολα στις μέρες μας και όποιος τα γνωρίζει μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του τυχερό. Το μέρος βαστιέται μυστικό και δε μοιράζεται σε κανένα άλλο εκτός από το μόνιμο ζευγάρι στο ψάρεμά μας.

Ένα μέρος με πλάκες αρκετά πιο μέσα από την ακτή μέσα στην αμμούδα λογικό είναι να βαστά σχεδόν όλα τα ψάρια. Ψάρια τα οποία βρίσκουν μόνιμο καταφύγιο, ψάρια τα οποία έχουν έρθει να προφυλαχτούν και ψάρια κυνηγιάρικα που έρχονται να αρπάξουν το απρόσεκτο ψαράκι που θα ξεφύγει λίγο πιο μακριά από το καταφύγιό του. Έτσι σε τέτοιες αμμόπλακες δεν πρέπει να παραξενευτείς αν συναντήσεις μαζί με το ροφό και τη στήρα, σαργούς, σηκιούς και μελανούρια, ενώ τριγύρω να παίζουν μαγιάτικα, κυνηγοί και συναγρίδες. Τώρα τι ψάρι θα κυνηγήσεις με τέτοιες επιλογές είναι κάτι που αφήνεται στις προτιμήσεις και ικανότητες του καθένα.

Στις ρηχές παράκτιες πλάκες τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Σηκιοί και σαργοί είναι οι μόνιμοι κάτοικοι, ενώ αν υπάρχει αρκετός χώρος μπορεί να συναντήσεις κάποιο μικρό ή μεγάλο ροφό. Εποχιακά βλέπεις μελανούρια ή κάποια τσιπούρα, ενώ χειλούδες και κακαρέλοι είναι ψάρια που συναντάς αρκετά συχνά. Λόγω όμως ότι τα μέρη είναι αρκετά ρηχά και ψαρεύονται τακτικά τα ψάρια έχουν μάθει και προφυλάσσονται καλά. Θα πρέπει να έχεις ασχοληθεί καλά με το ψαχτήρι ώστε να καταφέρεις να μαζέψεις κάποια από τα ψάρια της περιοχής.

Ο καιρός παίζει πολλές φορές σημαντικό παράγοντα στο αν έχει μια συστάδα πλακών ψάρια ή όχι. Μπορεί με ένα συγκεκριμένο καιρό οι πλάκες να είναι γεμάτες ψάρια και με ένα άλλο να μην υπάρχει το παραμικρό. Η γνώση του συγκεκριμένου τόπου και το ψάρεμα με διαφορετικούς καιρούς είναι αυτό που θα μας οδηγήσει πότε πρέπει να βουτάμε εκεί και πότε όχι. Αν θέλουμε να δώσουμε ένα γενικό κανόνα στον οποίο εσείς πρέπει να προσθέσετε τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περιοχής θα λέγαμε ότι ο βοριάς και μάλιστα από ανατολικές διευθύνσεις είναι ο καλύτερος καιρός. Στη συνέχεια ακολουθεί η καλοσύνη, έπειτα ο νοτιοανατολικός καιρός και στο τέλος έρχονται οι δυτικοί καιροί.

Ο τρόπος ψαρέματός μας σε μια περιοχή με πλάκες είναι κατά κανόνα το ψαχτήρι ενώ ανάλογα με τις συνθήκες μπορούμε να μεταχειριστούμε και άλλες μεθόδους. Οι πρώτες μας βουτιές που είναι κάποια πλαναρίσματα έξω από τις πλάκες, πέρα ότι μας βοηθούν να εξερευνήσουμε καλύτερα την περιοχή μας δίνει τη δυνατότητα να πάρουμε εύκολα κάποια άφοβα ψάρια εκτός πλακών. Στη συνέχεια με κάποιο όπλο ανάλογου μήκους με το άνοιγμα των πλακών θα επιχειρήσουμε καίριες βολές στα ψάρια που θα συναντήσουμε κάτω από τις πλάκες. Προσπαθούμε οι βολές μας να είναι σε τέτοιο σημείο στα ψάρια που θα τα ακινητοποιήσουν και οι κινήσεις μας να είναι τέτοιες που να μη σηκώνουν την παραμικρή θολούρα. Μην ξεχνάμε ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες βουτιές και θα πρέπει να έχει καθαρότητα ώστε να διακρίνουμε τα ψάρια.

Το μακρύ όπλο απαραίτητο όπως επίσης και το πολύ κοντό. Πολλοί χρησιμοποιούν μικρό αεροβόλο 50άρι με πεντάαινα ώστε να ακινητοποιούν τα ψάρια. Η σημαδούρα με κάποιο βαρίδι πόντισης κοντά στο μέρος όπου βουτάμε απαραίτητη, ενώ τα μαλακά λάστιχα και η ψιλή ταϊτινή σε ένα όπλο για σαργούς κρίνεται σωστό και χρήσιμο. Τώρα το πώς θα χρησιμοποιήσουμε τον εξοπλισμό μας είναι κάτι το οποίο είναι σε όλους γνωστό.

Αυτό που θέλουμε να συμπληρώσουμε είναι ότι ποτέ δεν παίρνουμε όλα τα ψάρια κάτω από μία πλάκα. Πάντα αφήνουμε «μαγιά» ώστε να πάμε την επόμενη φορά και να ξαναδούμε το σημείο να είναι γεμάτο ζωή και όχι έρημο και νεκρό.